https://iclfi.org/pubs/obol/9/pleonektima
25 Οκτωβρίου – Η κατάσταση στη χώρα δείχνει ξεκάθαρα ότι μία εμβρυακή κρίση αναπτύσσεται μέσα στο αστικό πολιτικό σύστημα. Από τις περσινές εκλογές, μέχρι τις ευρωεκλογές του Ιουνίου και έπειτα από αυτές, η δυσαρέσκεια των μαζών προς τα τρία κύρια αστικά κόμματα συνεχώς αυξάνεται.
Η ΝΔ βρίσκεται σε πολύ μεγάλη πτώση με τα ποσοστά της να είναι γύρω στο 20 τοις εκατό. Αυτή η φθορά έχει προκαλέσει έντονες τριβές στο εσωτερικό της με κύριους εκφραστές τους «11 αντάρτες» και τα ιστορικά στελέχη Σαμαράς και Καραμανλής. Αυτή η εσωτερική «αντιπολίτευση» αποτελεί μία απόπειρα της παραδοσιακής πτέρυγας της ΝΔ να κερδίσει πίσω τους δυσαρεστημένους ψηφοφόρους της όπου κινούνται ολοένα προς τα δεξιά.
Το κέντρο βρίσκεται σε διαρκή κρίση με τον ΣΥΡΙΖΑ να είναι υπό διάλυση. Πίσω από το τσίρκο που βλέπουμε τους τελευταίους μήνες, βρίσκονται δύο κύριες τάσεις που αντιπροσωπεύουν δύο πλευρές του φιλελευθερισμού. Από τη μία ο Κασσελάκης προσπαθεί να δημιουργήσει ένα κόμμα αντίστοιχο του αμερικανικού Δημοκρατικού Κόμματος, με αυτόν αρχηγό. Από την άλλη, η τάση των 87 προσπαθεί ανεπιτυχώς να επαναφέρει τον ΣΥΡΙΖΑ σε πρωταγωνιστικό ρόλο μέσα από συνεργασίες με «προοδευτικές» δυνάμεις, από το ΠΑΣΟΚ, μέχρι τους οικολόγους κ.α. Φυσικά, δεν είναι ότι ο Κασσελάκης είναι κατά των συνεργασιών. Απλά, για τους 87 το πρόβλημα είναι ότι στο πρόσωπο του Κασσελάκη, που εκφράζει τον δεξιό νεοφιλελευθερισμό, δεν βρίσκουν τον κατάλληλο ηγέτη για να συσπειρώσει τη μεγάλη συμμαχία των «προοδευτικών» δυνάμεων. Από την άλλη το ΠΑΣΟΚ προσπαθεί, μέσα από την επανεκλογή του Ανδρουλάκη, να αναστηθεί ως κυβερνητικό κόμμα και να τεθεί επικεφαλής σε μία επερχόμενη συμμαχία.
Αυτές οι διεργασίες, κύρια στο κέντρο που παλεύει με νύχια και με δόντια να αναγεννηθεί, τα καλέσματα για ένα λαϊκό μέτωπο τύπου Γαλλίας από τη Νέα Αριστερά και άλλους, όπως και η πρόσκληση της Κατσέλη για επιστροφή του Τσίπρα εκφράζουν τους φόβους της μπουρζουαζίας, η οποία χρειάζεται μια δυνατή αστική αντιπολίτευση, ένα δεύτερο κόμμα, προκειμένου να διοχετεύει τη δυσαρέσκεια του κόσμου και να αποφευχθεί μια ευρύτερη πολιτική κρίση. Δεδομένης και της διεθνούς κατάστασης – την ανάφλεξη στη Μέση Ανατολή, τον πόλεμο στην Ουκρανία και την παγκόσμια οικονομία να οδεύει προς ύφεση – η αστική τάξη γνωρίζει πολύ καλά ότι μόλις αυτά κλιμακωθούν περαιτέρω, θα υπάρξει οξύτατη πολιτική κρίση που μπορεί να πάρει εκρηκτικό χαρακτήρα.
Αυτό που την ανησυχεί και αυτό προσπαθεί να φρενάρει είναι η διάλυση του μικροαστικού κέντρου προς όφελος των δύο στρατοπέδων των άκρων. Η αστική τάξη αυτή τη στιγμή δεν θέλει την περαιτέρω άνοδο της ακροδεξιάς, όχι επειδή είναι καλύτεροι «δημοκράτες» από τους πιο δεξιούς συναδέρφους τους, αλλά γιατί αυτό που στην πραγματικότητα φοβάται είναι το εργατικό κίνημα που θα αντιδράσει.
Τι συμβαίνει όμως στην άλλη πλευρά της ταξικής γραμμής, στο εργατικό κίνημα; Εδώ υπάρχει μια μεγάλη αντίφαση. Ενώ το εργατικό κίνημα θα έπρεπε να έχει εκμεταλλευτεί την υπάρχουσα πολιτική κρίση στο αστικό στρατόπεδο και να βρίσκεται σε μία καλύτερη θέση μάχης, αντίθετα η θέση του έχει χειροτερεύσει και είναι αποδυναμωμένο. Η κύρια αιτία για την αδυναμία του και την άνοδο της ακροδεξιάς – που στο σύνολό της συγκεντρώνει ποσοστά γύρω στο 16 τοις εκατό – είναι οι ήττες που έχει υποστεί και που οφείλονται στην αποτυχία της ηγεσίας του εργατικού κινήματος και της αριστεράς να παρέχουν μια επαναστατική απάντηση στον φιλελευθερισμό, και καίρια στην πηγή που βρίσκεται πίσω από όλες τις επιθέσεις της κυβέρνησης, την ιμπεριαλιστική υποδούλωση της χώρας από την ΕΕ και τις ΗΠΑ.
Το επείγον καθήκον που τίθεται τώρα για το προλεταριάτο είναι πώς θα προετοιμαστεί για να βρεθεί σε καλύτερη θέση για να παλέψει. Δηλαδή, πώς θα εκμεταλλευτεί την υπάρχουσα κατάσταση προς όφελός του ώστε να βρεθεί σε πλεονεκτική θέση μπροστά στις μεγάλες αναταραχές που έρχονται.
ΚΚΕ: «Υπάρχει Αντιπολίτευση στη Χώρα;»
Το ΚΚΕ δηλώνει ότι υπάρχει αποτελεσματική αντιπολίτευση στη χώρα και πανηγυρίζει για την άνοδο στα ποσοστά του. Για ακόμα μια φορά γράφει ότι «επιβεβαιώνονται θετικές διεργασίες» με τον απεγκλωβισμό των εργατικών και λαϊκών δυνάμεων από τα αστικά κόμματα. Ας ξεκινήσουμε από τα βασικά. Με τη διάλυση του ΣΥΡΙΖΑ, την κατακόρυφη πτώση της ΝΔ, την αδυναμία του ΠΑΣΟΚ, και την αβάσταχτη κατάσταση που βιώνουν οι μάζες, δηλαδή βλέποντας τη συνολική εικόνα, τα όποια εκλογικά κέρδη του ΚΚΕ είναι μηδαμινά. Αν προσθέσουμε την τεράστια αποχή και τη μεγάλη άνοδο των ακροδεξιών κομμάτων, είναι ξεκάθαρο ότι το ΚΚΕ δεν πείθει τις μάζες.
Επίσης δηλώνει ότι η ισχυροποίησή του εκφράζει τους δεσμούς με τους εργαζόμενους «που έχουν διαμορφωθεί και δοκιμαστεί σε σημαντικούς αγώνες που έχουν προηγηθεί» και οδηγεί σε ακόμα πιο ισχυρούς αγώνες «με μεγαλύτερη αποτελεσματικότητα στις συγκεκριμένες συνθήκες» (Για τα αποτελέσματα των ευρωεκλογών της 9ης Ιούνη 2024, Ριζοσπάστης, 12 Ιούνη). Αναμφίβολα το ΚΚΕ έχει σημαντικούς δεσμούς με τους εργαζόμενους. Για να δούμε όμως πόσο αποτελεσματική αντιπολίτευση ήταν το ΚΚΕ στις σημαντικές μάχες της προηγούμενης περιόδου.
Ας πάρουμε ως παράδειγμα τους φοιτητικούς αγώνες. Οι φοιτητές πάλεψαν ηρωικά κατά της ιδιωτικοποίησης της εκπαίδευσης για πάνω από δύο μήνες, όμως εντέλει ηττήθηκαν. Γιατί; Το ΚΚΕ επικεφαλής του αγώνα, κράτησε το φοιτητικό κίνημα σε στενά φοιτητικά πλαίσια. Αρνήθηκε, όπως και η υπόλοιπη αριστερά, να συνδέσει την πάλη των φοιτητών με την πάλη των εργατών κατά της ΕΕ που είναι η πηγή τόσο της ιδιωτικοποίησης της εκπαίδευσης όσο και όλων των επιθέσεων κατά της εργατικής τάξης. Το θέμα δεν ήταν απλά και μόνο οι εργάτες να υποστηρίξουν τους φοιτητές, αλλά να μπουν στον αγώνα επειδή ήταν προς το δικό τους συμφέρον, για την καλυτέρευση των δικών τους συνθηκών διαβίωσης, για καλύτερους μισθούς και συνθήκες εργασίας, για το δικαίωμα των παιδιών τους στη δωρεάν εκπαίδευση. Επανειλημμένα καλέσαμε την ΚΝΕ και το ΚΚΕ να κατεβάσουν το προλεταριάτο να ενωθεί με τους φοιτητές προκειμένου να δώσουμε ένα αποφασιστικό χτύπημα στην κυβέρνηση και τους ιμπεριαλιστές. Επιμέναμε ότι πρέπει να μετατρέψουμε αυτή την πάλη σε μια ευρύτερη κοινωνική πάλη ως τον μόνο τρόπο για να νικήσουμε.
Στη μαζική γενική απεργία στις 28 Φλεβάρη για τον ένα χρόνο από τα Τέμπη, φοιτητές, εργάτες, μαθητές και άλλοι ήταν όλοι μαζί. Όμως, παρά τις ομιλίες και τα πανό για την πάλη των εργατών, των φοιτητών, των Παλαιστινίων, η ενότητα αυτή είχε τον χαρακτήρα μιας τεχνητής ένωσης και όχι πολιτικής. Διότι δεν υπήρχε καμία σύνδεση με το κύριο, το θεμελιώδες που τους ενώνει όλους: ένα πρόγραμμα για την πάλη κατά της ιμπεριαλιστικής υποδούλωσης της χώρας και των ντόπιων λακέδων τους, που θα έσπρωχνε τις μάζες προς τα εμπρός σε μια γενική αντεπίθεση.
Την επόμενη κιόλας μέρα από το ξεπούλημα της δημόσιας εκπαίδευσης ο Ριζοσπάστης (9-10 Μαρτίου) έγραφε για ένα «συγκλονιστικό, πάνδημο μήνυμα απόρριψης του νομοσχεδίου», και ότι οι φοιτητές «είναι ήδη νικητές απέναντι στην αντιλαϊκή πολιτική» και όλα αυτά αφού το νομοσχέδιο είχε ψηφιστεί, παρουσιάζοντας την ήττα ως νίκη!
Όπως είχαμε προειδοποιήσει η ήττα των φοιτητών «θα σημαίνει βαθύτερη υποταγή στους ιμπεριαλιστές, θα ενισχύσει τους ντόπιους καπιταλιστές και θα εξαθλιώσει και θα αποδυναμώσει περαιτέρω τους εργάτες και τους καταπιεσμένους» (δες σελίδα 14), και έτσι έγινε. Η ιστορική ήττα των φοιτητών, έφερε μεγάλη απογοήτευση και το αίσθημα ότι τίποτα δεν μπορεί να αλλάξει ανοίγοντας τον δρόμο σε αλλεπάλληλες ήττες της εργατικής τάξης. Μια σειρά από κατάπτυστα νομοσχέδια που πάνε τις εργατικές κατακτήσεις δεκαετίες πίσω (το εξαήμερο, η περαιτέρω εξαθλίωση του συστήματος υγείας κ.α.), είτε εφαρμόστηκαν είτε πέρασαν το ένα μετά το άλλο χωρίς ουσιαστική αντίσταση παρά τις κορώνες του ΚΚΕ για το αντίθετο.
Το ΚΚΕ είπε ότι το νομοσχέδιο για το εξαήμερο είναι «“πολεμικό ανακοινωθέν” ενάντια στην εργατική τάξη» και δήλωσε ότι «τώρα είναι ώρα μάχης», ότι θα ρίξει όλες τις δυνάμεις του εκεί που πραγματικά ανατρέπονται οι αντιλαϊκές αποφάσεις, στον δρόμο του αγώνα και της αντεπίθεσης (902.gr, 10/07/2024). Όμως είδαμε ότι αυτή δεν είναι η πορεία που ακολούθησαν οι ηγέτες του KKE. Ό,τι πορείες έγιναν, είχαν τον χαρακτήρα μιας συμβολικής διαμαρτυρίας και δεν είχαν οργανωθεί με ένα πρόγραμμα για να νικήσουν. Παρά τα μεγάλα λόγια, οι ηγέτες του ΠΑΜΕ/ΚΚΕ δεν έκαναν τίποτα στην πράξη για να οργανώσουν τον μαζικό αγώνα που απαιτείται για να ασκηθεί πραγματική πίεση που θα αναγκάσει την κυβέρνηση να υποχωρήσει. Έτσι, η «πίεση» που ασκεί δεν βρέχει ούτε το μικρό δαχτυλάκι της κυβέρνησης. Ως αποτέλεσμα, τα αντεργατικά νομοσχέδια περνούν το ένα μετά το άλλο, η θέση των εργατών χειροτερεύει και η αποθάρρυνση στις γραμμές τους αυξάνεται.
Οι μικρές νίκες που έχει πετύχει το ΚΚΕ/ΠΑΜΕ για συλλογικές συμβάσεις σε διάφορους χώρους εργασίας, είναι σημαντικές. Όμως ο συσχετισμός των ταξικών δυνάμεων δεν μπορεί να αλλάξει στα στενά πλαίσια του οικονομικού αγώνα σε μεμονωμένα εργοστάσια και εργοδότες. Ενώ είναι απαραίτητες μάχες και προσφέρουν κάποια ανακούφιση, το εργατικό κίνημα στο σύνολό του παραμένει με την πλάτη στον τοίχο. Διότι, κανένα από τα θεμελιώδη προβλήματα που αντιμετωπίζει η εργατική τάξη και οι καταπιεζόμενοι δεν μπορούν να επιλυθούν χωρίς έναν ταυτόχρονο αγώνα κατά της ιμπεριαλιστικής υποδούλωσης της χώρας από τις ΕΕ/ΗΠΑ.
Κι έτσι, ενώ το ΚΚΕ σωστά λέει ότι η απήχησή του είναι πολύ μεγαλύτερη στους εργατικούς αγώνες απ’ ότι στα εκλογικά του ποσοστά, λόγω της προλεταριακής του βάσης, ωστόσο αυτό απαιτεί μία προϋπόθεση: ότι αντιλαμβάνεται σωστά την κατάσταση και είναι ικανό να συνδέσει τις πραγματικές ανάγκες των μαζών με τα καθήκοντα της κατάκτησης της εξουσίας. Το ΚΚΕ παρουσιάζοντας την Ελλάδα ως ιμπεριαλιστική, αποπροσανατολίζει το προλεταριάτο όχι μόνο για τα καθήκοντά του σε σχέση με την άμεση καλυτέρευση της θέσης του αλλά και στην πολιτική του διαπαιδαγώγηση για το ποιος είναι ο δρόμος στην πάλη για την εξουσία. Μόνο αν συνδεθεί ο αγώνας για τα οικονομικά αιτήματα με τον αγώνα κατά των ιμπεριαλιστών, για έξοδο από την ΕΕ, για διαγραφή του χρέους και την αποκήρυξη των μνημονίων μπορούμε να αναπτύξουμε την πάλη κατά της κυβέρνησης και να αλλάξουμε τον συσχετισμό των δυνάμεων. Ακριβώς επειδή το ΚΚΕ αρνείται αυτή τη σύνδεση δεν μπορεί να υλοποιήσει ούτε καν τα ίδια του τα συνθήματα.
Αριστερά: Ενότητα αλλά Κάτω από Ποιο Πρόγραμμα
Το κύριο καθήκον που τίθεται για την αριστερά σε αυτή τη δύσκολη περίοδο είναι να οικοδομήσει μια ταξική εργατική αντιπολίτευση και να ενώσει το εργατικό κίνημα ώστε να φέρει το προλεταριάτο σε μία καλύτερη θέση για να παλέψει κατά της κυβέρνησης και κατά των ιμπεριαλιστών. Για να μπορέσει να γίνει αυτό, η ΑΝΤΑΡΣΥΑ και άλλες οργανώσεις πρέπει να αποκηρύξουν τη συνθηκολόγησή τους με τις αστικές δυνάμεις. Ένα δυνατό εργατικό κίνημα κατά της κυβέρνησης και κατά των ιμπεριαλιστών δεν μπορεί να επιτευχθεί σε συμμαχία με αστικές δυνάμεις ή και με δυνάμεις μέσα στο εργατικό κίνημα που τις υποστηρίζουν. Επιπλέον, η συνθηκολόγηση της αριστεράς απομακρύνει τους εργάτες του ΚΚΕ στο να κερδηθούν στην πάλη κατά της ιμπεριαλιστικής υποδούλωσης της χώρας ενάντια στη σεχταριστική πολιτική της ηγεσίας τους. Όμως, ένα δυνατό εργατικό κίνημα δεν μπορεί να πραγματοποιηθεί χωρίς την εργατική βάση του ΚΚΕ που αποτελεί την πρωτοπορία του προλεταριάτου. Ο μόνος τρόπος για μια ισχυρή αντικαπιταλιστική αριστερά βρίσκεται σε ένα πρόγραμμα που θα θέτει στο επίκεντρο την πάλη κατά της ιμπεριαλιστικής υποδούλωσης και θα βασίζεται στη Λενινιστική αρχή της ταξικής ανεξαρτησίας και σε ανελέητη πάλη με τον φιλελευθερισμό.
Όμως η αριστερά δεν έχει ακολουθήσει αυτή την πορεία. Ας δούμε το ΝΑΡ, που αποτελεί τη συνιστώσα στην ΑΝΤΑΡΣΥΑ με το πιο αριστερό προφίλ και πολλοί αγωνιστές προσβλέπουν σε αυτό. Το ΝΑΡ τονίζει ότι παλεύει για την ανασυγκρότηση της αντικαπιταλιστικής αριστεράς με ταξική ανεξαρτησία. Για να καταλάβουμε εάν το ΝΑΡ όντως παλεύει γι’ αυτό πρέπει να ξεκινήσουμε από τις βασικές αρχές του Λενινισμού. Ο Λένιν στον Α’ Π.Π. έβγαλε το συμπέρασμα ότι για την προώθηση των επαναστατικών προσδοκιών των εργατών στον δρόμο προς τη χειραφέτησή τους, απαραίτητη προϋπόθεση είναι να υπάρξει διάσπαση εντός της εργατικής τάξης μεταξύ της επαναστατικής και της οπορτουνιστικής πτέρυγας.
Ποια είναι όμως η στάση του ΝΑΡ στην ΑΝΤΑΡΣΥΑ ως προς αυτό το καθήκον; Σωστά κάνει κριτική στο ΣΕΚ επειδή ψήφισε ΠΑΣΟΚ/ΣΥΡΙΖΑ στον 2ο γύρο των δημοτικών εκλογών και σωστά υποστηρίζει ότι η «Λυδία λίθος» για ένα αντικαπιταλιστικό μέτωπο είναι η υπεράσπιση της ανεξαρτησίας της αντικαπιταλιστικής αριστεράς, ωστόσο αρνείται να διεξάγει μια αποφασιστική μάχη για να ηττηθεί η δεξιά πτέρυγα μέσα στην ΑΝΤΑΡΣΥΑ. Αυτό που πρέπει να κάνει το ΝΑΡ αν όντως θέλει να σπάσει την ΑΝΤΑΡΣΥΑ από την ταξική συνεργασία είναι να οργανώσει μια ισχυρή αντιπολίτευση μέσα στην ΑΝΤΑΡΣΥΑ ενάντια στο ΣΕΚ, με σκοπό να συντρίψει τη δεξιά πτέρυγα. Μόνο με αυτόν τον τρόπο θα επιτευχθεί η απαραίτητη πολιτική ανεξαρτησία, θα κερδηθούν οι αγωνιστές που θέλουν μια δυνατή αριστερά, μεταξύ αυτών και μέλη του ΣΕΚ, και θα μπει η ΑΝΤΑΡΣΥΑ σε μια νέα πορεία. Όμως, το ΝΑΡ κρατώντας την ενότητα με την ηγεσία του ΣΕΚ, παίζει τον ρόλο του κεντρισμού, συμφιλιώνει τις δύο πτέρυγες, δένει τα μέλη της ΑΝΤΑΡΣΥΑ με τη δεξιά πτέρυγά της και μέσω αυτής με την αστική τάξη, αποδυναμώνοντας την ίδια την ΑΝΤΑΡΣΥΑ. Έτσι το ΝΑΡ δεν αναπτύσσει την ταξική ανεξαρτησία όπως ισχυρίζεται αλλά την υπονομεύει. Όπως το έθεσε ο Τρότσκι:
Ο κεντρισμός και η συνθηκολόγησή του με τη δεξιά πτέρυγα έχει τις ρίζες του στον δικό του οπορτουνισμό, στη δική του συνθηκολόγηση με τον ΣΥΡΙΖΑ το 2015. Το ΝΑΡ πανηγύριζε που ο λαός μαύρισε ΝΔ/ΠΑΣΟΚ ενώ αρνήθηκε να καλέσει για καμία ψήφο στον ΣΥΡΙΖΑ. Αντίθετα, έγραφε ότι η εκλογή του «εκφράζει την ελπίδα για μια πολιτική με φιλολαϊκό προσανατολισμό» (Απόφαση Π.Ε. ΝΑΡ, 31/1/2015).
Τι σήμαινε αυτή η πολιτική συνθηκολόγηση; Η πολιτική του ΝΑΡ ήταν ίδια με την υπόλοιπη αριστερά, δηλαδή να σπρώξουν τον ΣΥΡΙΖΑ προς τα αριστερά, να τον πιέσουν να μη συνθηκολογήσει με την ΕΕ και να μην υποταχθεί στις πιέσεις, με το να στηριχθεί στις μάζες. Οι κριτικές τους προς τον ΣΥΡΙΖΑ είχαν αυτό τον σκοπό και όχι να τον εκθέσουν ως τον ταξικό εχθρό των εργατών και να σπάσουν την επιρροή του στις μάζες. Αν όμως ο ρόλος της αριστεράς είναι να σπρώξει τους λαϊκιστές να πάνε λίγο πιο αριστερά, τότε ποια η ανάγκη για ένα επαναστατικό κόμμα; Αυτό είναι το θεμελιώδες πρόβλημα με το ΝΑΡ και η κύρια διαφωνία μας, το ζήτημα της επαναστατικής ηγεσίας στο εργατικό κίνημα.
Το ΝΑΡ στο άρθρο «Έκδοση του ΝΑΡ – Ευρωπαϊκή Ένωση: Μύθος και Πραγματικότητα» (30.5.24), σωστά κάνει πολεμική στο ΚΚΕ ότι στα λόγια είναι κατά της ΕΕ, στην πράξη όμως δεν θέτει ως στόχο την έξοδο από αυτή. Και ότι επειδή η ΕΕ βρίσκεται πίσω από κάθε κυβερνητική πολιτική, η αποδέσμευση από την ΕΕ δεν είναι για το μέλλον όπως λέει το ΚΚΕ αλλά για τώρα καθώς αυτό θα αποτελέσει την αντικαπιταλιστική επαναστατική τομή στην Ελλάδα. Ωστόσο, σε μεγάλους αγώνες, 2015, Τέμπη, φοιτητικοί αγώνες, που τέθηκε συγκεκριμένα αυτό το καθήκον, το ΝΑΡ απέτυχε να εφαρμόσει το «πρόγραμμά» του. Γιατί; Διότι, και πάλι, για να προωθήσεις την πάλη κατά της ΕΕ και κατά της κυβέρνησης πρέπει να παλέψεις μέσα στο εργατικό κίνημα ενάντια στην επιρροή του φιλελευθερισμού και σε άμεση εναντίωση με τις «προοδευτικές» αστικές δυνάμεις. Το ΝΑΡ όμως αρνείται να κάνει αυτή την πάλη και προσβλέπει σε συμμαχία με ακριβώς αυτές τις δυνάμεις ή με δυνάμεις που τις υποστηρίζουν και όχι με το προλεταριάτο. Με αυτό το πρόγραμμα δεν έχει καμία προοπτική να κερδίσει τη βάση του ΚΚΕ – η οποία σωστά δεν εμπιστεύεται την ΑΝΤΑΡΣΥΑ – που είναι η κύρια προϋπόθεση για να οικοδομηθεί ένα πραγματικά επαναστατικό κόμμα.
Αυτή η συνθηκολόγηση κύρια με τον ΣΥΡΙΖΑ από το 2015 είναι ο λόγος που η ΑΝΤΑΡΣΥΑ και η αριστερά στο σύνολό της είναι σε κρίση, βρίσκεται αποδυναμωμένη και με έναν ασήμαντο ρόλο να επηρεάσει την πορεία των γεγονότων. Ο μόνος τρόπος για να βγει από αυτό το τέλμα και να μπορέσει να αναπροσανατολιστεί είναι να βρει την πηγή της συνθηκολόγησής της με την αστική τάξη και να αντλήσει τα κατάλληλα πολιτικά συμπεράσματα. Μόνο έτσι μπορούμε να οικοδομήσουμε μια ισχυρή αντικαπιταλιστική αριστερά που θα μπορεί να χαράξει ένα δρόμο προς τα εμπρός για το προλεταριάτο.
Στη Διεθνή μας είχαμε μια μακρόχρονη πάλη για να κατανοήσουμε την πηγή του δικού μας αποπροσανατολισμού, μια διαδικασία επίπονη αλλά αναγκαία, μέσα από την οποία βγήκαμε δυνατοί και πολιτικά αναζωογονημένοι. Καλούμε την υπόλοιπη αριστερά να κάνει το ίδιο. (Δες Ο Μπολσεβίκος τεύχος 8 και “Why the ICL Collapsed & How We Reforged It” αγγλικό Spartacist τεύχος 68).
Πώς Θα βελτιώσουμε τη Θέση των Εργατών;
Στην τωρινή πολιτική κατάσταση όπου τα αστικά κόμματα είναι αποδυναμωμένα και οι μάζες δεν πείθονται από αυτά, το ζήτημα είναι πώς το προλεταριάτο θα εκμεταλλευτεί αυτή την κατάσταση προς όφελός του ώστε να μπορέσει να αλλάξει τον συσχετισμό των ταξικών δυνάμεων. Το άμεσο καθήκον αυτή τη στιγμή, όπου οι μάζες είναι με την πλάτη στον τοίχο, είναι να διεξάγουμε αμυντικούς αγώνες για να προετοιμάσουμε το προλεταριάτο και να βελτιώσουμε τη θέση του για μάχη.
Η πάλη για δικαιοσύνη για τα θύματα των Τεμπών μπορεί και πρέπει να παίξει καθοριστικό ρόλο σ’ αυτό τον αγώνα, εφόσον εκπροσωπεί κάτι πολύ μεγαλύτερο. Τα Τέμπη συμβολίζουν με τον πιο τραγικό τρόπο όλα τα δεινά των καταπιεζόμενων στρωμάτων στη χώρα, που χάνουν τις ζωές τους, δουλεύουν σαν τα σκυλιά με αβάσταχτες συνθήκες, με μετανάστες που σκοτώνονται στα αστυνομικά τμήματα και πνίγονται στις θάλασσες, με νοσοκομεία υπό διάλυση, με ατέλειωτες ιδιωτικοποιήσεις και επιθέσεις σε όλους τους τομείς της ζωής μας. Ακριβώς γι’ αυτό τον λόγο η πάλη για δικαιοσύνη για τα θύματα των Τεμπών έχει στη μήτρα της την προοπτική της ένωσης της πάλης των εργαζόμενων μαζών κατά όλων των καταπιεστών τους. Το εργατικό κίνημα έχει τη δύναμη και το συμφέρον να παίξει έναν κεντρικό ρόλο σε αυτή την προοπτική. Με ακριβώς αυτό τον στόχο προτείνουμε το παρακάτω πρόγραμμα δράσης.
Η εργατική τάξη πρέπει να τεθεί επικεφαλής της πάλης για την ασφάλεια των τρένων. Κάθε απεργία από την ασφάλεια στα τρένα, για προσλήψεις, καλύτερους μισθούς, μέχρι και για ποιοτική και δωρεάν δημόσια υγεία, κ.α., πρέπει να στηρίζεται στις βασικές αρχές της ταξικής πάλης. Καταρχήν, απεργία σημαίνει ότι σταματάνε όλα μέχρι να υποχωρήσουν τα αφεντικά.
Αλλά ας δώσουμε ένα συγκεκριμένο παράδειγμα. Τι έπρεπε να γίνει για να νικήσει η απεργία στα τρένα στις 26 Σεπτέμβρη σε αντιδιαστολή με το πώς οργανώθηκε. Οι ηγεσίες των σωματείων ΠΕΠ ΤΡΑΙΝΟΣΕ και ΣΕΠ ΤΡΑΙΝΟΣΕ, όπως και η ΔΕΣΚ-Σ του ΠΑΜΕ ακολούθησαν τον «νόμιμο δρόμο» πραγματοποιώντας πληθώρα δρομολογίων κάτω από τον νόμο Χατζηδάκη. Δεν έπρεπε να πραγματοποιηθεί κανένα δρομολόγιο. Για επείγουσα ιατρική ανάγκη, θα πρέπει να αποφασίσει το σωματείο για τα δρομολόγια και όχι το κράτος. Κατά της απεργοσπασίας τα σωματεία πρέπει να κινητοποιήσουν τα μέλη τους και να δημιουργήσουν απεργιακές φρουρές που να μην τολμά να περάσει κανείς. Για να είναι ισχυρή η απεργία χρειάζεται ένα ενιαίο σωματείο για όλα τα μέσα μαζικής μεταφοράς, τα τρένα, τα λεωφορεία, το μετρό. Η πολυδιάσπαση στα σωματεία υπονομεύει την ικανότητα των εργατών να αγωνιστούν, κάνει εύκολη την απεργοσπασία και καθιστά και τα ίδια τα σωματεία εύκολο στόχο στις κυβερνητικές επιθέσεις. Όλα αυτά πρέπει να ισχύουν για κάθε βιομηχανικό ή οποιοδήποτε κλάδο εργασίας.
Οι εργαζόμενοι πεθαίνουν από την πολύ δουλειά και μέσα στη δουλειά. Αρκετά! Για να μη χαθούν άλλες ζωές στους διανομείς, στα εργοστάσια και στα λιμάνια, οι εργάτες πρέπει να παλέψουν για τον έλεγχο της υγείας και της ασφάλειας από τα σωματεία, σε πλήρη ανεξαρτησία από τα αφεντικά και το κράτος. Η επιθεώρηση εργασίας «ανεξάρτητη» ή μη είναι όργανο των αφεντικών και του κράτους.
Καμπάνιες από τα σωματεία για την οργάνωση των ανοργάνωτων εργατών, των ανέργων και των γυναικών που αντιμετωπίζουν ένα από τα μεγαλύτερα ποσοστά ανεργίας στην Ευρώπη. Ενάντια στις εξαντλητικές ώρες εργασίας και την ανεργία τα σωματεία πρέπει να παλέψουν για μία εργασιακή εβδομάδα 30 ωρών με αμοιβή για 40 ώρες. Για να ενωθούν οι εργάτες και οι άνεργοι, τα σωματεία πρέπει να παλέψουν κάτω από το κάλεσμα για δημόσια έργα για την βελτίωση των υποδομών, που θα παρέχουν δουλειές και θα εντάξουν τους άνεργους και τις γυναίκες στο προλεταριάτο.
Εκστρατείες για τη συνδικαλιστική οργάνωση των ξένων εργατών. Ο μόνος τρόπος για να ενωθούν στην πράξη οι μετανάστες με τους Έλληνες εργάτες – και να ανακόψουμε την άκρα δεξιά – είναι να ενταχθούν στην πάλη κατά των κοινών τους καταπιεστών που δεν είναι άλλοι από τους ιμπεριαλιστές και τους ντόπιους λακέδες τους. Πλήρη πολιτικά δικαιώματα. Όχι στις απελάσεις. Υπεράσπιση των μεταναστών κατά της αστυνομικής τρομοκρατίας.
Ο αγώνας για καλύτερους μισθούς και συνθήκες εργασίας θα πρέπει να συνδεθεί με την πάλη για την εθνικοποίηση όλων των στρατηγικών κλάδων της οικονομίας, από τα τρένα, τα λιμάνια, τη ΔΕΗ κ.α., χωρίς καμία αποζημίωση στους ιμπεριαλιστές. Η πάλη αυτή δεν είναι ξεχωριστή από την πάλη κατά των επιθέσεων στην υγεία, την εκπαίδευση όπως και το τσάκισμα των μικρών αγροτών και των μικροαστών στις πόλεις.
Η καταπολέμηση της ακρίβειας, της κρίσης στη στέγαση, η εξαήμερη εργασία, όλα αυτά που τσακίζουν τους εργαζόμενους, δεν μπορούν να επιλυθούν χωρίς την πάλη για τη διαγραφή του χρέους, την ανατροπή των μνημονίων, την έξοδο από την ΕΕ/ευρώ και το ΝΑΤΟ.
Κόντρα στον σεχταρισμό που κρατά το εργατικό κίνημα κατακερματισμένο είναι επείγουσα η ταξική ενότητα απέναντι στους ιμπεριαλιστές και την άρχουσα τάξη. Καλούμε το προλεταριάτο και τους εργαζόμενους να παλέψουν μέσα στα σωματεία και τις οργανώσεις τους για αυτή την ενότητα και αυτό το πρόγραμμα. Έχουν καθοριστικό ρόλο να παίξουν στους αγώνες που έρχονται. Εάν η ηγεσία του εργατικού κινήματος αρνηθεί να αγωνιστεί για αυτές τις βασικές αρχές της προλεταριακής ταξικής πάλης τότε θα είναι υπόλογη μπροστά στις μάζες και θα φανερωθεί για ακόμα μία φορά το επείγον καθήκον για μια νέα επαναστατική ηγεσία.